Σάββατο 24 Απριλίου 2021

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΡΑΜΣΕΥ ΚΛΑΡΚ στο Αραβικό & Διεθνές Διαδικτυακό Πολιτικό Μνημόσυνο για τον θάνατο του

Νάντια Βαλαβάνη

Μαζί με όλους εσάς, μια μεγάλη τιμή για μένα, ένα αντίο από την Ελλάδα στον Ράμσεϋ Κλαρκ: 
Επαναστάτη με αιτία, με πολλές καλές αιτίες, που στο επίκεντρο τους βρισκόταν η δικαιοσύνη για την Παλαιστίνη.

Σύντροφο παγκόσμιας εμβέλειας – για μας ολόγυρα στην Ανατολική Μεσόγειο και πολύ μακρύτερα, καθώς στη μακριά ζωή του υποστήριξε τους αγώνες των λαών 120 χωρών.

Αποχαιρετισμός στον άνθρωπο που ως Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ είπε: «Η ισότητα είναι η μάνα της δικαιοσύνης. Αν δεν υπάρχει ισότητα έναντι του νόμου, δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη.»

Γι’ αυτό και υπηρετώντας στην ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ συνέβαλε στη διατύπωση και νομοθέτηση - κόντρα στις φυλετικές διακρίσεις - των δύο ιστορικών αμερικανικών Νόμων για τα Δικαιώματα του Πολίτη του 1964 και 1968, καθώς και του θεμελιακού Νόμου για το Δικαίωμα Ψήφου του 1965. Γι’ αυτό και είναι ο πρώτος στην ιστορία των ΗΠΑ που άσκησε διώξεις για φυλετικό διαχωρισμό και διακρίσεις στην εργασία ενάντια στον Αμερικάνικο Νότο, αλλά κι ενάντια στον Αμερικάνικο Βορά. Χαρακτήρισε την εξέγερση για τα πολιτικά και αστικά δικαιώματα ως την «ευγενέστερη εκστρατεία του Αμερικανικού λαού στην εποχή μας» και περπάτησε πλάι στον Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στην μακριά πορεία για τα δικαιώματα των μαύρων από την Αλαμπάμα στον Μισσισιππή το 1965 αντιμετωπίζοντας μαζί με τους διαδηλωτές την τρομοκρατία τόσο της Πολιτειακής Αστυνομίας όσο και της ΚουΚλουΚλάν.

Ως Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ τάχθηκε ενάντια στη θανατική ποινή και κύρηξε μορατόριουμ σε όλες τις εκτελέσεις για ομοσπονδιακά αδικήματα. Την εποχή που υπήρξε Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας με Γενικό Εισαγγελέα τον Ρόμπερτ Κένεντι, αψήφησε τη θέληση του «αφεντικού» του και αρνήθηκε να εγκρίνει ηλεκτρονικές παρακολουθήσεις ακόμα κι ενάντια σε μέλη της Μαφίας (σ.σ.: γι’ αυτό κι ο Ρόμπερτ Κένεντι τον ονόμαζε ειρωνικά «ο ιεροκήρυκας»). Λέγεται ότι είναι το μοναδικό πρόσωπο εξουσίας στις ΗΠΑ που δε φοβήθηκε κι όρθωσε το ανάστημα του απέναντι στον Χούβερ και στο FBI του.

Στους διαδρόμους εξουσίας των ΗΠΑ το αστέρι του ανέβαινε εντυπωσιακά. Τον υπολόγιζαν ανάμεσα στους πιθανούς μελλοντικούς Προέδρους των ΗΠΑ. Όχι τυχαία στις επόμενες προεδρικές εκλογές ο Νίξον έστρεψε την εκλογική εκστρατεία του όχι ενάντια στον υποψήφιο Πρόεδρο των Δημοκρατικών Χάμφρεϋ, αλλά ενάντια στον Γενικό Εισαγγελέα, με την υπόσχεση ότι θα ήταν ο πρώτος που θα έπαιρνε πόδι με την εκλογή του. Επίσης όχι τυχαία, όταν ο Νίξον κέρδισε οριακά, ο μέχρι τότε Πρόεδρος Λίντον Τζόνσον, παλιός φίλος της οικογένειας του Ράμσεϋ Κλαρκ, δεν του μίλησε ποτέ ξανά, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την ήττα των Δημοκρατικών λόγω της «ακραίας» πολιτικής που ακολούθησε ως Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ.

Στη συνέχεια κατάλαβε ότι ότι η απλή νομική ισότητα και η επιβολή της δεν επαρκούσαν. Στο βιβλίο του «Το έγκλημα στις ΗΠΑ» επικεντρώνεται στα πραγματικά αίτια του εγκλήματος: τη φτώχεια και την κοινωνική ανισότητα. Λίγο αργότερα θα γράψει: «Μιλάμε για πολιτικές και αστικές ελευθερίες και διαθέτουμε τον μεγαλύτερο ανά κεφαλή πληθυσμό στις φυλακές συγκριτικά με οποιαδήποτε γωνιά της γης. Μπορεί ο μεγαλύτερος δεσμοφύλακας στον κόσμο να είναι η πιο ελεύθερη χώρα στη γη;»

Μετά τη νίκη του Νίξον παραβιάζοντας την Αμερικάνικη πολιτική παράδοση αρνήθηκε να παραιτηθεί – κι ο Νίξον αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει την προεκλογική του δέσμευση απολύοντας τον. Τότε πέρασε στην ιδιωτική άσκηση της δικηγορίας ιδρύοντας μαζί με ομοϊδεάτες φίλους του μια νομική εταιρεία ουσιαστικά για δουλειά pro bono: Δεσμεύτηκαν ότι δε θα κερδίζει ο καθένας περισσότερο απ’ ό,τι ένας ειδικευμένος εργάτης, 50.000$ το χρόνο - κι ούτε αυτά δεν έπιαναν πάντα. Ας σημειωθεί ότι τόσο ο Ράμσεϋ όσο και η γυναίκα του δούλευαν ως δικηγόροι της εταιρείας με αυτόν τον κανόνα, ενώ αντιμετώπιζαν μεγάλους ιατρικούς λογαριασμούς, καθώς η κόρης τους Ρόντα, το μοναδικό απ’ τα παιδιά τους που επιζεί σήμερα μετά το θάνατο του Ράμσεϋ Κλάρκ στις 9 Απριλίου και της γυναίκας του μια δεκαετία νωρίτερα, γεννήθηκε με βαρειά σωματική αναπηρία και νοητική στέρηση. Μέσω αυτής της νομικής εταιρείας αγκάλιασαν την υπόθεση και υπερασπίστηκαν νομικά σε εθνικό και διεθνές επίπεδο οποιονδήποτε χρειαζόταν τη βοήθεια τους, ανάμεσα τους: Iθαγενείς της Αλάσκας. Nέα παιδιά που αρνήθηκαν να υπηρετήσουν στο στρατό στον πόλεμο του Βιετνάμ. Τους φυλακισμένους που εξεγέρθηκαν στη Φυλακή της Άτικα. Ακτιβιστές για ειρήνη και αφοπλισμό, όπως τους 7 του Χάρισμπουργκ και τους 8 «δρεπανιστές» (σ.σ.: χριστιανικό φιλειρηνικό κίνημα που κατέστρεφε οπλοστάσια του αμερικανικού στρατού βασισμένο στον ψαλμό του Ησαία «και δρεπάνια θα γίνουν τα σπαθιά»). Τον καταδικασμένο σε ισόβια (σ.σ.: και στη φυλακή ακόμα σήμερα, σε βαθιά γεράματα) θρυλικό Ινδιάνο ηγέτη Λέοναρντ Πελτιέ. Τον αστυνομικό Φρανκ Σέρπικο, όταν αποκάλυψε τη βαθιά διαφθορά των συναδέλφων του στην Αστυνομία της Νέας Υόρκης. Την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης στα δικαστήρια των ΗΠΑ, όταν διώχθηκε για αεροπειρατία και τον θάνατο ενός Αμερικανού πολίτη. Τον Μιλόσεβιτς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κόντρα στη δαιμονοποίηση του και τις «πορτοκαλί επαναστάσεις». Τον Σαντάμ Χουσείν με αίτημα «δίκαιη δίκη» αντιμαχόμενος το δικαστικό φιάσκο που αποτέλεσε ο τρόπος που έγινε η δίκη του και η εκτέλεση του. Τους 5 της Κούβας. Και ένα πολύ μεγάλο αριθμό καταδικασμένων σε θάνατο προκειμένου να μην εκτελεατεί η ποινή τους.

Φυσικά γρήγορα κατάλαβε ότι δεν αρκεί η νομική υπεράσπιση.

Έτσι στα 1972 ταξίδεψε ξαφνικά στον Ανόι την περίοδο που οι ΗΠΑ βομβάρδιζαν - κονιορτοποιώντας τα - φράγματα νερού και νοσοκομεία σε ολόκληρο το Βόρειο Βιετνάμ, κι επέστρεψε πίσω για να καταγγείλει την πατρίδα του για εγκλήματα πολέμου. Γλύτωσε την τελευταία στιγμή την παραπομπή του για εσχάτη προδοσία.

Το 1980 παραβίασε την απαγόρευση ταξιδιού κι επισκέφθηκε την Τεχεράνη για να διαπραγματευτεί την απόλυση των Αμερικανών ομήρων. Ταυτόχρονα συμμετείχε εκεί σε διάσκεψη με αντικείμενο την υποστήριξη από τις ΗΠΑ του καθεστώτος του πρώην Σάχη, Μοχάμεντ Ρεζά Παχλεβί, και των εγκλημάτων του ενάντια στον Ιρανικό λαό.

Κατά τον Πόλεμο του Κόλπου διέσχισε μαζί με τον κινηματογραφιστή Γιον Άλπερτ ολόκληρη την περιοχή, 2000 χιλιόμετρα, ενώ οι ΗΠΑ την βομβάρδιζαν σε ασταμάτητα κύματα. Έτσι δημιούργησαν το ντοκιμαντέρ «Πουθενά για να κρυφτείς» - τη μοναδική αλογόκριτη ταινία που αποκάλυπτε την πραγματικότητα πίσω από τις λεγόμενες «παράπλευρες απώλειες» (σ.σ.: και για την οποία δε βρέθηκε ούτε μία αμερικάνικη αίθουσα διατεθειμένη να την προβάλει...).

Την ίδια πραγματικότητα αποκάλυψε στο ΝΑΤΟϊκό πόλεμο ενάντια στη Γιουγκοσλαβία, όταν μαζί με την κινηματογραφίστρια Γκλόρια Λα Ρίβα βρέθηκαν δυο φορές στο Βελιγράδι κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών και δημιούργησαν την ταινία «Το ΝΑΤΟ στοχοποιεί τη Γιουγκοσλαβία».

Συναντήθηκε με τους Ζαπατίστας στο Μεξικό κατά τη διάρκεια της εξέγερσης τους και αποκάλεσε τον ένοπλο αγώνα τους «ο πυροβολισμός που άκουσε ολόκληρος ο κόσμος».

Αγκάλιασε πολύπλευρα την υπόθεση του Παλαιστινιακού λαού και έγραψε ένα σύνθετο βιβλίο, «Η Παλαιστίνη κι ο Λίβανος σε σταυροδρόμι: Κατοχή κι Αντίσταση», που δεν αποτελεί μόνο καταγγελία αγνώστων εγκλημάτων των ΗΠΑ και του Ισραήλ μέσω συνεντεύξεων αυτοπτών μαρτύρων, αλλά αποκαλύπτει επίσης το σύμπλεγμα τεράστιων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων στην περιοχή.

Απήγγειλε κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου ενάντια στις ΗΠΑ – για τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στη Λιβύη και για τις στρατιωτικές εισβολές σε Γρανάδα και Παναμά.

Ήταν ο μοναδικός που όταν τέλειωσε ο πόλεμος του Βιετνάμ το 1975, ανήγγειλε ότι ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει – όχι πριν αρθούν οι οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ ενάντια στο λαό του Βιετνάμ: πράγμα που έγινε 19 χρόνια αργότερα.

Πολέμησε τις οικονομικές κυρώσεις που σκότωσαν περισσότερους από 1 εκατομμύριο ανθρώπους στο Ιράκ, οι μισοί απ’ αυτούς παιδιά, πριν την Αμερικανική εισβολή.

Πολέμησε τις οικονομικές κυρώσεις παντού στον κόσμο – από την Κούβα, που είχε να πεί τα καλύτερα για τη διακυβέρνηση και τα εξαιρετικά αποτελέσματα της, μέχρι τη Γιουγκοσλαβία, από τη Βενεζουέλα μέχρι το Ιράν και τη Συρία.

Στα βιβλία του και στις ταινίες που βοήθησε να γίνουν, αποκάλυψε τι είναι στην πραγματικότητα οι οικονομικές κυρώσεις: όχι εναλλακτικές στον πόλεμο, αλλά η πρώτη φάση του πολέμου.

Όπως λέει κι ο τίτλος της ταινίας του Τζόε Στίλμαν για τον Ράμσεϋ Κλαρκ, ποτέ δεν θα ξεχάσουμε αυτό που τον χαρακτήρισε, «μια ζωή με αρχές».

Ή, όπως λέμε στην Ελλάδα γι’ ανθρώπους του διαμετρήματος του: Ο Ράμσεϋ Κλαρκ ΖΕΙ.

Τα θερμά μου συλληπητήρια στην οικογένεια του.

Αθήνα, 24 Απριλίου 2021.

Συμμετέχοντας στο Αραβικό και Διεθνές Διαδικτυακό Πολιτικό Μνημόσυνο για τον ΡΑΜΣΕΥ ΚΛΑΡΚ, Επίτιμο Πρόεδρο του Αραβικού και Διεθνούς Φόρουμ για Δικαιοσύνη στην Παλαιστίνη. Εκπροσωπήθηκαν όλες οι χώρες και τα βασικά ρεύματα της περιοχής. Από την Ελλάδα μίλησαν ο καθηγητής Βαγγέλης Πεισίας, διεθνής συντονιστής του εγχειρήματος «Ένα καράβι για τη Γάζα» & η Νάντια Βαλαβάνη.

***

An adieu to the late Ramsey Clark

Along with all of you, which is a great honor for me, this is an adieu from Greece to the late Ramsey Clark:

a rebel with a cause, with many good causes, in the epicenter of which was justice for Palestine;

a universal comrade to us all around East Mediterranean and further beyond, as in his long life he supported the struggle of the peoples in 120 countries;

an adieu to the man who as the USA Attorney General said that: “Equality is the mother of justice. If there is no equality in law, then there is no justice.”

That is why, while serving in the leadership of the USA Justice Department, he helped drafting against racial discrimination the two historic US Civil Rights Acts of 1964 and 1968, as well as the landmark Voting Rights Act of 1965. That is why he sued for the first time in American history against segregation and employment discrimination in the South, but also in the North of the USA. He called the civil rights revolution “the noblest quest of the American people in our time” and walked along Dr. Martin Luther King in the civil rights march from Alabama to Mississippi in 1965 against both the State Police terrorism and the KuKluxKlan terror.

As an Attorney General he took stand against the capital punishment and declared a moratorium of all federal executions. When Robert Kennedy was his “boss” in the Justice Department, going against Kennedy’s will he opposed wire-tapping even against the Mobsters. He is said to be the only person ever in power in the USA who was not afraid to stand up to J. E. Hoover and his FBI.

In the USA corridors of power his star was raising spectacularly. He was expected to be even among the future USA Presidents.

And then he knew that mere legal equality and enforcing it were not enough. In his book “Crime in America” he focuses on the real causes of crime: poverty and economic and social inequality. Later on he will write: “We talk about civil liberties. And we have the largest prison population per capita on earth. Can the world’s greatest jailer be the freest country on earth?”

During the next presidential election Nixon presented his promise to throw Ramsey Clark out of the Attorney General’s Office as his main campaign target. When Nixon won, Clark didn’t resign, so Nixon had to fire him. Then along with like-minded friends he went into private legal practice and established a, virtually pro-bono, law firm: they vowed they would each win no more than a skilled worker’s wages, 50.000 $ per year. Through this law firm they embraced the causes and legally defended nationally and internationally everyone who was in need of them: Among them, Alaskan Natives, Vietnam war resisters, the prisoners who rebelled in Attica prison, peace and disarmament activists like the Harrisburg 7 and the Plowshares 8, the condemned to life imprisonment Native Indian leader Leonard Peltier, the policeman Frank Serpico who exposed the depth of the corruption of the NYPD, the PLO before a USA court against charges of hijacking and the death of an American citizen, Milosevic before the Hague International Tribunal contrary to his demonization and the “orange revolution”, Sadam Hussein against the fiasco of an unfair trial, the Cuban 5; and a great number of prisoners sentenced to death against their execution.

Of course, since earlier on he knew that lawyering was not enough.

So in 1972 he suddenly travelled to Hanoi while the USA bombed to dust water dikes and hospitals; and came back to speak about the USA being guilty of grime war crimes. He was threatened to be charged for high treason.

In 1980 he went to Tehran in violation of the travel ban and participated in a conference exposing the USA support of the former Shah’s, Mohammed Reza Pahlevi’s regime and its crimes against the Iranian people.

In the Gulf War he crossed along with the film-maker Jon Alpert the whole Iraq while it was carpet-bombed, creating the film “Nowhere to Hide” - the only uncensored film exposing the reality behind the so-called “collateral damages”.

The same reality he exposed in the NATO war against Yugoslavia, when along with the film-maker Gloria La Riva he found himself in Belgrade at two different periods under the bombardments, both creating the film “NATO targets Yugoslavia”.

He met with the Zapatistas in Mexico and called their armed struggle “the shot heard through the world”.

He embraced the cause of the Palestinian people and wrote a complex book, “Palestine and Lebanon at the Crossroads: Occupation and Resistance” containing not only unreported crimes against humanity perpetrated by the USA and Israel through eyewitness reports, but also an expose of the huge underlying political & economical interests in the region.

He charged the USA for war crimes against the people of Libya for their airstrikes and against the peoples of Granada and Panama for their military invasion.

He was the only one who at the end of the Vietnam war in 1975 declared that the Vietnam war was not still over – not till the USA economic sanctions are lifted; which happened 19 years later.

He fought against the sanctions which killed more than one million of Iraqi people before the USA invasion.

He fought against the USA imposed sanctions everywhere in the world; from Cuba, whose regime and outstanding results he praised highly, to Yugoslavia, from Venezuela to Syria.

In books and films he exposed the economic sanctions for what they are: a deadly mass-murder weapon against civilians and civilization; not an alternative to war, but the first phase of war.

As the title of the film about Ramsey Clark by Joe Stillman goes, we’ll never forget his “life of principle.”

We’ll never forget Ramsey Clark.

Or, as we say in Greece for people of his caliber: Ο Ράμσευ Κλαρκ ζει. Ramsey Clark lives on.

My warmest condolences to his family.

Athens, 24.04.2021, participating to the Arab International Virtual Memorial Service for the late RAMSEY CLARK, Honorary President of the Arab International Forum for Justice in Palestine