Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2023

H σκιά του δόγματος Monroe, η Πρωτοβουλία για την Αμερικάνικη Ήπειρο και η NAFTA

Πρωτοβουλία για την Αμερικάνικη Ήπειρο 
  Πηγή: Luis Britto Garcia

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1990, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους, ο πρεσβύτερος, πρότεινε στο αμερικανικό Κογκρέσο τον νόμο "Πρωτοβουλία για την Αμερικανική Ήπειρο", ο οποίος περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός ημισφαιρικού συστήματος ελεύθερου εμπορίου, την προώθηση των επενδύσεων στις χώρες της περιοχής, τη μείωση του εξωτερικού τους χρέους και μέτρα για το περιβάλλον.  Υπό αυτή την έννοια, δεν είναι τίποτε άλλο από μια προσπάθεια υλοποίησης των οικονομικών πολιτικών που συνέστησε η Ουάσιγκτον στην Πρώτη Παναμερικανική Διάσκεψη, τις οποίες διατήρησε σε όλες τις επόμενες διασκέψεις και επανέλαβαν οι σύμβουλοι εξωτερικής πολιτικής της στα ντοκουμέντα της Σάντα Φε. Καθένα από τα σημεία του χρήζει σοβαρών επιφυλάξεων.

Οι τρεις πυλώνες της πρωτοβουλίας, σύμφωνα με το μήνυμα του Μπους, είναι κατά λέξει:

-Πρώτον, θέλουμε να επεκτείνουμε το εμπόριο τόσο μέσω στενής συνεργασίας με τα έθνη της αμερικανικής ηπείρου και της Καραϊβικής, καθώς ο "Γύρος της Ουρουγουάης" (Διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν το 1986 και ολοκληρώθηκαν το 1994 με στόχο την ελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου).  πλησιάζει στο τέλος του, όσο και μέσω συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου με απώτερο στόχο ένα ημισφαιρικό σύστημα ελεύθερου εμπορίου.

-Δεύτερον, θέλουμε να τονώσουμε τις επενδύσεις και να βοηθήσουμε τις χώρες να ανταγωνιστούν για κεφάλαια, εισάγοντας μεταρρυθμίσεις στις γενικές οικονομικές πολιτικές τους και στα ειδικά ρυθμιστικά τους συστήματα.

-Τρίτον, θέλουμε να αξιοποιήσουμε τις επιτυχημένες προσπάθειές μας για την ελάφρυνση του χρέους και να αυξήσουμε τα κίνητρα για τις χώρες να μεταρρυθμίσουν τις οικονομίες τους, προσφέροντάς τους πρόσθετα μέτρα στον τομέα του χρέους. Στο πλαίσιο των προσπαθειών μας για το χρέος, θέλουμε να στηρίξουμε το περιβάλλον προωθώντας τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων ως βασικό στοιχείο για την οικοδόμηση ενός ισχυρού μέλλοντος για το ημισφαίριο (Bush, George 2003, 215-217).

Κλείνει με την παραδοχή ότι "οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έμειναν ανεπηρέαστες από την οικονομική κρίση που αντιμετώπισε η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική την τελευταία δεκαετία", διότι "καθώς οι χώρες της περιοχής μείωναν τις εισαγωγές, ανέβαλαν τις επενδύσεις και αγωνίζονταν να εξυπηρετήσουν το εξωτερικό χρέος, επηρεαστήκαμε και εμείς. Χάσαμε εμπόριο, αγορές και ευκαιρίες". Με άλλα λόγια, η επιδείνωση του βάρους της οικονομικής εκμετάλλευσης της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής πλήττει τελικά τους εκμεταλλευτές.

Η πρόταση για τη ζώνη ελεύθερου εμπορίου υπακούει στο μόνιμο και διαρκές σχέδιο των ΗΠΑ να εξασφαλίσουν δέσμιες αγορές στην ήπειρο. Προϋποθέτει όρους απελευθέρωσης του εμπορίου και εποπτευόμενες μακροοικονομικές πολιτικές, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι αντίθετες με την κυριαρχία των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες απαιτούν όρους αμοιβαιότητας που στην πραγματικότητα θα ήταν επιζήμιοι για τις υπανάπτυκτες οικονομίες, καθώς και ένα σύστημα ανταγωνισμού, αντί συμπληρωματικότητας μεταξύ τους, το οποίο θα οδηγούσε σε αντιπαράθεση και ατομικοποίηση.

Η πρόταση για την προώθηση των επενδύσεων περιορίζεται σε μια συνεισφορά των ΗΠΑ ύψους 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων σε ένα ταμείο στο οποίο η Ιαπωνία και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα καλούνται να συνεργαστούν και το οποίο θα διαχειρίζονται η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης και η Παγκόσμια Τράπεζα. Η συνεργασία αυτή είναι τόσο πενιχρή ώστε να μην έχει καμία ουσιαστική σημασία.

Η πρόταση μείωσης του χρέους θα επηρέαζε μόνο 7 δισεκατομμύρια δολάρια υποχρεώσεων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα οποία εκείνη την εποχή ανέρχονταν συνολικά σε 12 δισεκατομμύρια δολάρια και αποτελούσαν μόλις το 3% του συνολικού χρέους της Λατινικής Αμερικής. Οι παροχές αυτές, οι οποίες θα χορηγούνταν μόνο σε αφερέγγυες χώρες που ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσαν να πληρώσουν, θα αντιπροσώπευαν στην καλύτερη περίπτωση μια ελάφρυνση κατά 1,75% του οικονομικού βάρους της περιοχής.

Ιδιαίτερη βαρύτητα λεχει η πρόταση για το περιβάλλον, στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες προωθούν το σχέδιό τους να κυριαρχήσουν στους φυσικούς πόρους του ημισφαιρίου, . Στοχεύει στη δημιουργία ενός ταμείου "στο οποίο θα κατατίθενται οι πληρωμές τόκων σε τοπικό νόμισμα", το οποίο "θα ανήκει στη χώρα οφειλέτη, αλλά θα υπόκειται σε κοινό προγραμματισμό από τη χώρα οφειλέτη και την κυβέρνηση των ΗΠΑ". Έτσι, τα ποσά που ζητούνται μέσω του χρέους από τις χώρες μας θα παραμείνουν εν μέρει υπό τον έλεγχο της εξουσίας του Βορρά, ώστε να μπορεί να τα χρησιμοποιεί για τη διαχείριση των φυσικών πόρων της Λατινικής Αμερικής σύμφωνα με τα συμφέροντά της.
 
Ο Demetrio Boersner βλέπει την Πρωτοβουλία για την Αμερικανική Ήπειρο ως μια προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να ανακτήσουν την εμπορική ηγεμονία στη Λατινική Αμερική απέναντι στην αποφασιστική πρόοδο της Ευρώπης και της Ιαπωνίας στο ημισφαίριο, καθώς και ως ιστορική συνέχεια του σχεδίου που παρουσίασε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ James Blaine ακριβώς έναν αιώνα νωρίτερα για να εξεταστεί από την Πρώτη Παναμερικανική Διάσκεψη (Boersner, Demetrio, Caracas 2004, 275). Όπως και εκείνη η διάσκεψη, η πρόταση του Μπους έμεινε χωρίς να φέρει ιδιαίτερα αποτελέσματα. Σταθερά προσηλωμένες στους στόχους τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες την επανασχεδίασαν αργότερα με μια πιο ολοκληρωμένη μορφή στη λεγόμενη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικανικής Ηπείρου (FTAA).

Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών (NAFTA)
 
Το 1989 οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέγραψαν Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου με τον Καναδά, μια χώρα που βρισκόταν στον οικονομικό τους κύκλο πολύ νωρίτερα. Το 1992 πρότειναν την επέκταση μιας παρόμοιας συμφωνίας στο Μεξικό, προκειμένου να εξαλειφθούν οι τελωνειακοί φραγμοί, οι επενδυτικοί περιορισμοί και να επεκταθεί η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και στις τρεις χώρες. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο χρόνος τελείωνε. Η ανάκαμψη των ασιατικών οικονομιών, η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας και η επιταχυνόμενη ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιστούσαν επιτακτική την ανάγκη εδραίωσης ενός ημισφαιρικού μπλοκ χωρών που θα εξισοροπούσε την κατάσταση.

Ασύμμετρη ενσωμάτωση 

Μέχρι τις αρχές του 1994, η ακραία φτώχεια στο Μεξικό είχε αυξηθεί στις αγροτικές περιοχές σχεδόν κατά το ένα τρίτο. Το ήμισυ του πληθυσμού δεν διέθετε τους πόρους για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.  Εδώ και δεκαετίες η έλλειψη ρυθμίσεων για τα κεφάλαια, οδήγησε την οικονομία σε μια ισορροπία μεταξύ χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας, με στάσιμους ή μειούμενους πραγματικούς μισθούς, αύξηση της φτώχειας και της ανισότητας και αύξηση των παροχών για τις μειονότητες. Ακόμα και η  γεωργία είχε επικεντρωθεί στις εξαγωγές και στην καλλιέργεια τροφής για την κτηνοτροφία, επιτρέποντας την αύξηση του υποσιτισμού. Αναλύσεις που δημοσιεύτηκαν στην El Financiero προέβλεπαν ότι η χώρα θα έχανε σχεδόν το ένα τέταρτο της μεταποιητικής της βιομηχανίας και το 14% των θέσεων εργασίας της στα δύο πρώτα χρόνια εφαρμογής της συνθήκης, ενώ στους New York Times ο Tim Golden ανέφερε ότι "οικονομολόγοι προβλέπουν ότι αρκετά εκατομμύρια Μεξικανοί είναι πιθανό να χάσουν τη δουλειά τους μέσα σε πέντε χρόνια από την έναρξη ισχύος της διαδικασίας" (Chomsky 1999, 136-138). Μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις ξέσπασαν κατά της NAFTA, η οποία, σύμφωνα με τον ιστορικό Σεθ Φάιν, "συνεπάγεται την κατάργηση των συνταγματικών εργασιακών, αγροτικών και εκπαιδευτικών δικαιωμάτων που προβλέπονται στο εθνικό σύνταγμα του 1917, το οποίο διατηρρεί τον  σεβασμό/αποδοχή του λαού" (Chomsky 1999, 140). Μια από τις πιο διαβόητες κοινωνικές διαμαρτυρίες ήταν η έκρηξη του κινήματος των Ζαπατίστας την ίδια ημέρα που είχε οριστεί για την έναρξη ισχύος της Συνθήκης.

Η συμφωνία θα έχει σύντομα καταστροφικές συνέπειες για τη γεωργία. Η μεξικανική κυβέρνηση συμβάλλει σε αυτό με την πρόωρη απόσυρση των περιορισμών στις εισαγωγές αραβοσίτου από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η χώρα αυτή διαθέτει τη λεγόμενη ζώνη του καλαμποκιού, μια λωρίδα γης με απαράμιλλα πλεονεκτήματα για την παραγωγή καλαμποκιού, με ηλιοφάνεια ρεκόρ το καλοκαίρι, η οποία μπορεί να παράγει πολλές σοδειές το χρόνο, όπου εφαρμόζεται η πιο προηγμένη τεχνολογία και της οποίας οι μεγάλοι παραγωγοί επιδοτούνται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ με επιδοτήσεις που το 2001 ανήλθαν σε 28 δις δολάρια, που αντιστοιχούν σε πάνω από το 40% του καθαρού εισοδήματος των παραγωγών, και οι οποίες από το 2002, μετά το Farm Bill, αυξήθηκαν από 40%  έως 80%, ξεπερνώντας εκείνες που χορηγεί για τον ίδιο σκοπό η Ευρωπαϊκή Ένωση (Arceo 1993, 35). Οι Μεξικανοί αγρότες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν με αυτές τις συνθήκες. Από τότε που τέθηκε σε ισχύ η NAFTA, οι εξαγωγές προς το Μεξικό έχουν 15πλασιαστεί και οι μεξικανικές εισαγωγές τροφίμων έχουν διπλασιαστεί. Μια έκθεση του Υπουργείου Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών (USDA) αναφέρει ότι ο όγκος των εξαγωγών προς το Μεξικό αυξήθηκε από μισό εκατομμύριο τόνους το 1993 σε 7,5 εκατομμύρια τόνους το 2004 (González Amador, Roberto: "La importación de maíz de Estados Unidos creció 15 veces con el TLCAN", México, La Jornada, 18-03-2005). Τώρα είναι το Μεξικό που επιδοτεί τη γεωργία των ΗΠΑ, με κόστος την καταστροφή των δικών του παραγωγών.

Κοινωνική υποβάθμιση

Όλα τα σχέδια απελευθέρωσης του εμπορίου ισοπεδώνουν τους όρους ανταγωνισμού στην κυκλοφορία αγαθών και κεφαλαίου- κανένα από αυτά δεν ισοπεδώνει τους όρους ανταγωνισμού στην κυκλοφορία των ανθρώπων ή της εργασίας. Αυτό δεν είναι θέμα λήθης ή αμέλειας, αλλά σκόπιμης παράλειψης. Σύμφωνα με την Laura Juárez Sánchez, ερευνήτρια στο Universidad Obrera de México, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ακριβώς τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν στις αγορές εργασίας της περιοχής "εκμεταλλεύτηκαν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ για να μειώσουν το κόστος τους και να αποκτήσουν ανταγωνιστικότητα" (Cortés Martínez 2005).

Ορισμένες έμμεσες συνέπειες της συμφωνίας επιτείνουν την κοινωνική αναταραχή. Βάσει της NAFTA, το Μεξικό κατάργησε μεγάλο μέρος των κανονισμών για την ιδιοκτησία της γης, μεταξύ άλλων εκείνον που καθόριζε τον αναπαλλοτρίωτο χαρακτήρα της γης που διανεμήθηκε από την αγροτική μεταρρύθμιση της Μεξικανικής Επανάστασης. Σχεδόν έξι εκατομμύρια αγρότες χρεοκοπούν, υποθηκεύουν τις περιουσίες τους και τις χάνουν ή τις πουλάνε σε χαμηλή τιμή στα αγροτικά λατιφούντια και μεταναστεύουν στις πόλεις για να διογκώσουν την περιθωριοποίηση ή στο Βορρά για να αναζητήσουν εργασία στις "maquilas" (επιχειρήσεις φασόν), ενώ η υπερπροσφορά εργατικού δυναμικού καθιστά τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας ακόμη πιο αδύναμες.

Εργασιακή ανασφάλεια

Τον Νοέμβριο του 2002, η Ημισφαιρική Κοινωνική Συμμαχία συνόψισε συνοπτικά τις επιπτώσεις της  
NAFTA στη δήλωσή της ως απάντηση στην Υπουργική Διακήρυξη του Κίτο, στην οποία προειδοποιούσε ότι, στην περίπτωση του Μεξικού:

- Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά τη διάρκεια των 8,5 ετών της NAFTA είναι μόλις 0,94%, ο χαμηλότερος σε σύγκριση με όλες τις οικονομικές στρατηγικές που προωθήθηκαν στη χώρα αυτή σε αυτόν τον αιώνα.

-Το κόστος της περιβαλλοντικής επιδείνωσης και υποβάθμισης και  ήταν κατά μέσο όρο 10% του ΑΕΠ σε κάθε έτος της NAFTA.

- Κατά τα πρώτα 7 χρόνια της NAFTA δεν δημιουργήθηκαν, ούτε αρκετές ούτε καλές θέσεις εργασίας: 

α) Δημιουργήθηκαν 6.200.425 νέες θέσεις εργασίας στη χώρα, αλλά αυτό σημαίνει έλλειμμα 40% όσον αφορά το σύνολο των ατόμων σε ηλικία εργασίας.
β) Αυτές οι λίγες θέσεις εργασίας είναι κακές θέσεις εργασίας, καθώς το 48% των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν δεν πληρούν τις νόμιμες παροχές
γ) Ο τομέας της μεταποίησης (συμπεριλαμβανομένων των "maquila") αντιπροσωπεύει το 87,26% των συνολικών εξαγωγών της χώρας και το 51% των άμεσων ξένων επενδύσεων. Είναι ένας επιτυχημένος τομέας: αυξάνεται κατά 37,36% και η παραγωγικότητά του κατά 52,7%. Ωστόσο, σε αυτόν τον τομέα, την καρδιά του ελεύθερου εμπορίου και των επενδύσεων, μετά από 8,5 χρόνια NAFTA, υπάρχουν σήμερα 8,5% λιγότερες θέσεις εργασίας. Επιπλέον, πρόκειται για κακές θέσεις εργασίας: εργασιακή ανασφάλεια, πολλές ώρες εργασίας, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ισχυρές και παράνομες πιέσεις για την αποτροπή της συνδικαλιστικής οργάνωσης (Revista Venezolana de Economía y Ciencias Sociales, 2003, τόμος 9, αριθ. 2 Μάιος-Αύγουστος, 271-274).

Οι ελλείψεις και η επιδείνωση της απασχόλησης συμβαδίζουν με τις πολιτικές "ελαστικοποίησης" της εργασίας. Όπως επισημαίνει ο E
nrique de la Garza Toledo, στο Μεξικό "η ιδέα της ευελιξίας εξομοιώνεται με την ιδέα της μονομερούς απορρύθμισης υπέρ της επιχείρησης, επίσης με χαμηλούς μισθούς", όπου "η μονομερής εταιρική μορφή εξακολουθεί να επικρατεί και η δυνατότητα συνεννόησης με τα συνδικάτα, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις, είναι προς το παρόν περισσότερο ρητορική παρά πραγματικότητα στους χώρους εργασίας" (De la Garza 2003, 116).

Η NAFTA συνοψίζει, με τη δομή και τα αποτελέσματά της, όλες τις παρόμοιες προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να επιβάλουν άνιση μεταχείριση στις χώρες της Αμερικής μας.