Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Μπορεί η Ελλάδα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ; ~ Δημήτρης Καλτσώνης

στο ειδικό ένθετο, 43 χρόνια η Ελλάδα στην Ε.Ε.
Εφημερίδα των Συντακτών, 8-9/6/2024


ΕΕ αποδείχθηκε τελικά ένας “λάκκος λεόντων” σύμφωνα με τον εύστοχο χαρακτηρισμό που της έδωσε ο Ηλίας Ηλιού ήδη τη δεκαετία του 1960. Από τη δεκαετία του 2010 και μετά αυτό άρχισε να γίνεται περισσότερο ορατό ακόμη και σε τμήματα του λαού που μέχρι τότε είχαν αυταπάτες για το ρόλο της. Τα θεμέλια, η δομή και ο μηχανισμός της εξυπηρετούν την ενίσχυση των πολυεθνικών επιχειρήσεων σε βάρος των λαών. Πραγματοποιούν παράλληλα μια αναδιανομή πλούτου από τις ασθενέστερες χώρες προς τις ισχυρότερες, ενώ οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των ισχυρών οικονομιών (Γερμανία, Γαλλία ιδίως) δίνουν συχνά τον τόνο των εξελίξεων στο εσωτερικό της.


Η ΕΕ εντείνει και παροξύνει στο έπακρο την εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού της χώρας μας, την ωθεί συστηματικά σε έναν υποδεέστερο ρόλο στον καταμερισμό εργασίας εντείνοντας έτσι την καταλήστευση των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων. Κερδισμένοι από τη διαδικασία αυτή αποτελούν το πολυεθνικό κεφάλαιο των κρατών της ΕΕ μαζί και το εγχώριο μεγάλο κεφάλαιο. Η εξάρτηση της Ελλάδας από την ΕΕ δεν είναι όμως μονοσήμαντη. Ταυτόχρονα με την ΕΕ, ως επικυρίαρχος λειτουργούν οι ΗΠΑ. Οι τελευταίες διατηρούν τον πρωτεύοντα ρόλο στην ελληνική οικονομία ενώ παράλληλα, σε γεωπολιτικό επίπεδο, κατορθώνουν μέχρι στιγμής να τιθασσεύουν τις προσπάθειες των ισχυρών της ΕΕ, όπως η Γερμανία, για αυτόνομη πορεία.

Η αντίθεση προς την ΕΕ και τις πολιτικές της, η διεκδίκηση της απελευθέρωσης - αποδέσμευσης από αυτήν αποτελούν αναγκαία βήματα για τη συσπείρωση ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γύρω από στόχους που ανοίγουν το δρόμο προς την υπέρβαση της βαθιάς κρίσης. Από την άλλη, η αποδέσμευση της Ελλάδας από την επικυριαρχία της ΕΕ δεν μπορεί να είναι ουσιαστική, αν δεν είναι παράλληλα απελευθέρωση από την επικυριαρχία των ΗΠΑ. Επιπλέον, καθώς η άρχουσα αστική τάξη της χώρας μας είναι στενά συνδεδεμένη και συνυφασμένη με τους δύο αυτούς πόλους, η πραγματική απελευθέρωση της Ελλάδας μπορεί να γίνει μόνο στο πλαίσιο μια ευρύτερης, σύνθετης διαδικασίας βαθιών, επαναστατικών πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών.


Διπλός στόχος


Οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να έχουν διπλό στόχο. Ο πρώτος είναι να πραγματοποιήσουν ριζική αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου στην κατεύθυνση της εξάλειψης των σχέσεων εκμετάλλευσης. Ο δεύτερος είναι να υλοποιήσουν την ορθολογική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, η οποία σήμερα παρεμποδίζεται από την ιμπεριαλιστική επικυριαρχία αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο των καπιταλιστικών σχέσεων.

Η ουσία των επιδιωκόμενων αλλαγών δεν θα μεταβληθεί ακόμη και στο ενδεχόμενο αποδόμησης, διάσπασης ή και διάλυσης της ΕΕ κάτω από το βάρος των εσωτερικών της, ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα θα πρέπει να επιλύσει το ζήτημα της απαλλαγής από την ιμπεριαλιστική επικυριαρχία η οποία θα έχει λάβει τότε διαφορετική μορφή.


Κρατική παρέμβαση


Η απελευθέρωση από τα δεσμά της ΕΕ και η υπέρβαση της κρίσης σε όφελος των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων, η οικοδόμηση ενός άλλου μοντέλου οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων απαιτεί την ενεργό κρατική παρέμβαση, τη δραστήρια αντεπίδραση της πολιτικής στην οικονομία.

Κρατική παρέμβαση στην οικονομία υπάρχει και στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ακόμη και ένας υποτυπώδης σχεδιασμός και προγραμματισμός. Είναι ίσως περισσότερο έντονη στην κεϋνσιανή μορφή διαχείρισης της οικονομίας αλλά υπάρχει, με άλλο τρόπο, και στη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Σε συνθήκες κρίσης ο ρόλος του αστικού κράτους έτσι κι αλλιώς ενισχύεται. Η παρέμβασή του γίνεται πολύ πιο σημαντική καθώς πάντοτε λειτουργεί ως συλλογικός καπιταλιστής διασφαλίζοντας τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της αστικής τάξης. Αυτό διακρίνεται πολύ καθαρά σε περιόδους πολεμικών συγκρούσεων. Η κρατική παρέμβαση ενισχύεται, όπως συνέβη κατά τον α’, τον β’ παγκόσμιο πόλεμο, σήμερα με τη γεωπολιτική σύγκρουση στην Ουκρανία αλλά και σε άλλες κρισιακές καταστάσεις όπως για παράδειγμα στην πανδημία του covid-19. Τα αστικά κράτη παρεμβαίνουν δραστήρια, όχι μόνο στον αμυντικό τομέα αλλά και στον οικονομικό.

Μια ανάλογη κρισιακή, μεταβατική κατάσταση, όπου απαιτήθηκε δραστήρια παρέμβαση του αστικού κράτους στην οικονομία, υπήρξε η διαδικασία εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ. Το κράτος ανέλαβε ενεργητικό ρόλο, τόσο στη Βρετανία όσο και στις χώρες μέλη της ΕΕ, ιδίως στις πλέον ισχυρές και συνδεδεμένες οικονομικά με τη Βρετανία. Διαχειρίστηκε ως συλλογικός καπιταλιστής τη μετάβαση στις νέες συνθήκες, την επίλυση των προβλημάτων και των αντιθέσεων που ανέκυψαν από τη διαδικασία αυτή.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η παρέμβαση του κράτους στην οικονομία σε περίπτωση εξόδου από την ΕΕ θα αποκτήσει βέβαια νέα, ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η διαχείριση της αποδέσμευσης από την ΕΕ απαιτεί κρατικές ρυθμίσεις προκειμένου να αποτραπούν προβλήματα που αναπόφευκτα θα προκύψουν από μια τέτοια μεταβατική κατάσταση. Θα απαιτηθούν κρατικές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις όχι μόνο ποσοτικά περισσότερες αλλά και ποιοτικά διαφορετικές. Η Ελλάδα δεν είναι Βρετανία πρωτίστως λόγω διαφοράς οικονομικής ισχύος και θέσης στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας. Σε αυτό πρέπει να συνυπολογιστεί ότι εδώ πρόκειται για την έξοδο μιας αδύναμης χώρας και παράλληλα ότι θα πρόκειται για μια αντισυστημική έξοδο, που θα έχει λογικά να διαχειριστεί πιο έντονες και διαφορετικές συγκρουσιακές συνθήκες.


Γι’ αυτό η κρατική παρέμβαση θα πρέπει να έχει τετραπλό στόχο. Πρώτο τη διακοπή των σχέσεων εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας έναντι των ισχυρότερων οικονομιών της ΕΕ και των ΗΠΑ, την αντιμετώπιση των κρισιακών καταστάσεων που θα προκύψουν είτε αντικειμενικά είτε εξαιτίας του οικονομικού πολέμου που θα εξαπολύσουν σε βάρος της χώρας μας η ΕΕ και οι ΗΠΑ. Δεύτερο, την εναλλακτική οικοδόμηση διεθνών οικονομικών σχέσεων της χώρας σε ισότιμη βάση. Τρίτο, την παραγωγική αναβάθμιση με την ενίσχυση της βιομηχανικής, τεχνολογικής και αγροτικής βάσης της εθνικής οικονομίας. Τέταρτο, τη ριζική αναδιανομή του πλούτου σε όφελος των ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων. Οι τέσσερεις αυτοί στόχοι και οι δράσεις για την εκπλήρωσή τους είναι από οικονομική και πολιτική άποψη αλληλοσυμπληρούμενοι. Κανείς από τους στόχους δεν μπορεί να επιτυγχάνεται αν δεν πραγματοποιούνται παράλληλα βήματα για την επίτευξη και των άλλων.

Τα βασικά εργαλεία - άξονες κρατικής παρέμβασης είναι ο οικονομικός σχεδιασμός - προγραμματισμός, η εθνικοποίηση επιχειρήσεων, ο εργατικός έλεγχος, η οικοδόμηση νέων διεθνών οικονομικών σχέσεων.


Οικονομικός σχεδιασμός


Ο οικονομικός σχεδιασμός (βραχυπρόθεσμος, μεσοπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος) είναι ο πρώτος αναγκαίος άξονας κρατικής παρέμβασης προκειμένου να επιτευχθεί η απεξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό, η παραγωγική ανασυγκρότηση και η βαθμιαία οικοδόμηση ενός άλλου οικονομικού πλαισίου και συστήματος. Χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν τα κρισιακά φαινόμενα αλλά ούτε η διαχείριση της εξόδου από την ΕΕ. Το σχέδιο χρειάζεται για τη βαθμιαία ανάταξη και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης της χώρας και για την αντίστοιχη ανύψωση του βιοτικού επιπέδου και των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Σε όλες τις περιπτώσεις επαναστατικών, ριζοσπαστικών κοινωνικο-οικονομικών αλλαγών χρειάστηκε ένα σχέδιο παρέμβασης στην οικονομία. Στη Ρωσία, στην Κίνα, στην Κούβα, στη Νικαράγουα, στη Χιλή του Αλλιέντε, παντού χρειάστηκε η υιοθέτηση ενός σχεδίου.

Ακόμη και σε μη επαναστατικά εγχειρήματα, όπως είναι οι κεϋνσιανού τύπου παρεμβάσεις, απαιτείται κάποιο σχέδιο. Το σχέδιο αυτό έχει διαφορετική στόχευση σε σχέση με το σχεδιασμό των επαναστατικών εγχειρημάτων. Είναι επίσης περισσότερο ελαστικό και ενδεικτικό, μη δεσμευτικό. Αυτό συνέβη κατά κόρον μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο. Κρατικός σχεδιασμός υπήρξε επίσης σε χώρες και περιόδους που επιχειρούσαν να εισέλθουν πιο δυναμικά στη βιομηχανική εποχή ή να απαλλαγούν από την ασφυκτική επικυριαρχία του ξένου κεφαλαίου. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Ιαπωνίας, της Ταϊβάν, της Αιγύπτου.

Βασικά εργαλεία του σχεδίου υπήρξαν σε όλες τις ιστορικές περιπτώσεις οι εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων, ο εργατικός έλεγχος και η κινητοποίηση του λαού. Ειδικά η εθνικοποίηση των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας έχει πρωταρχικό, κομβικό ρόλο. Δεν μπορεί να νοηθεί οικονομικός σχεδιασμός χωρίς την επέκταση του δημόσιου τομέα της οικονομίας ή πολύ περισσότερο με συρρίκνωση του δημόσιου τομέα.

Στη χώρα μας η υπέρβαση της κρίσης και των σχέσεων υποτέλειας με την ΕΕ και τις ΗΠΑ θα απαιτήσει ένα Εθνικό Σύστημα Σχεδιασμού, το οποίο θα πρέπει να εφαρμοστεί αλλά και να κατοχυρωθεί συνταγματικά και νομοθετικά. Το κράτος μπορεί μέσω αυτού να κατευθύνει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Στο Εθνικό Σύστημα Σχεδιασμού θα πρέπει να συμμετέχουν οπωσδήποτε η Βουλή, τα εργατικά συνδικάτα (τοπικά, κλαδικά και πανεθνικά), οι επιστημονικές ενώσεις, οι φορείς των μικρών και μεσαίων επαγγελματιών. Ακόμη και φορείς των επιχειρήσεων που δεν έχουν ακόμη εθνικοποιηθεί θα μπορούν να συμμετέχουν, με στόχο την αρμονικότερη υποταγή τους στο εθνικό σχέδιο ανάπτυξης.

Το σχέδιο μπορεί να κατευθύνει την παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Θα κατανέμει τους πόρους, τις επενδύσεις ανάλογα με τις προτεραιότητες οδηγώντας στη βαθμιαία βιομηχανική, τεχνολογική και αγροτική ανάπτυξη, για τη δημιουργία βασικών μονάδων βαριάς βιομηχανίας ιδίως στους τομείς της μεταλλουργίας, μηχανοκατασκευών, χημικής βιομηχανίας, ηλεκτρονικής και άλλων σύγχρονων κλάδων.

Ο εθνικός δημοκρατικός σχεδιασμός μπορεί να συμβάλλει στην επιστημονική αξιοποίηση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, του επιστημονικού και εργατικού δυναμικού. Θα λαμβάνει μέτρα για την ενθάρρυνση των συνεταιρισμών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και για την ένταξή τους στο πανεθνικό σχέδιο, θα φροντίζει για την κάθε φορά ισορροπημένη σχέση βαριάς και ελαφράς βιομηχανίας, την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, την αποκατάσταση και προστασία του περιβάλλοντος, το χωροταξικό σχεδιασμό.


Εθνικοποίηση επιχειρήσεων


Ο δεύτερος άξονας στον οποίο καλείται να παρέμβει το κράτος είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των μεγάλων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας.

Είναι όμως αποτελεσματικός ο δημόσιος τομέας; Οι εθνικοποιήσεις και ο δημόσιος τομέας της οικονομίας έχουν συστηματικά συκοφαντηθεί δεκαετίες τώρα από τη νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα. Τα βασικά επιχειρήματά της είναι ότι το δημόσιο είναι οικονομικά αναποτελεσματικό και βασίζονται είτε σε παραδείγματα από την οικονομική πραγματικότητα των καπιταλιστικών κρατών της κεϋνσιανής ιδίως περιόδου είτε στην πραγματικότητα των σοσιαλιστικών κρατών των τελευταίων δεκαετιών.

Θα πρέπει όμως να επισημανθεί ότι δεν είναι όλες οι κρατικές επιχειρήσεις στον καπιταλισμό προβληματικές αλλά αντίθετα υπάρχουν αξιόλογα παραδείγματα σε αντίθετη κατεύθυνση. Οι αναπτυγμένες βιομηχανικές οικονομίες της Δύσης κατά τη μεταπολεμική περίοδο περιελάμβαναν ισχυρές κρατικές επιχειρήσεις. Οι οικονομίες της Απω Ανατολής (Ν. Κορέα, Ιαπωνία, Ταϊβάν) βασίστηκαν επίσης στην ύπαρξη ισχυρού κρατικού τομέα που παρενέβαινε σημαντικά στην οικονομική δραστηριότητα. Η σημερινή Κίνα είναι από μόνη της ένα γιγαντιαίο παράδειγμα.

Οι εξίσου πολλές περιπτώσεις προβληματικών κρατικών επιχειρήσεων οφείλονται στο γεγονός ότι αυτές προορίζονται για τη δημιουργία συνθηκών μεταφοράς κερδών στις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Άλλες φορές αποτελούν αντικείμενο κακοδιαχείρισης από τις αστικές κυβερνήσεις, όπως για παράδειγμα με την πρόσληψη πλεονάζοντος, άχρηστου προσωπικού για να εξυπηρετηθούν πελατειακά δίκτυα.

H έξοδος της Ελλάδας από την ΕΕ θα απαιτήσει την άμεση εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, των ΔΕΚΟ, του κυκλώματος άντλησης, διύλισης, εμπορίας πετρελαίου, του τομέα της ενέργειας γενικά, της εξόρυξης, επεξεργασίας του ορυκτού πλούτου, του μεγάλου εξωτερικού εμπορίου. Σε δεύτερη φάση, ή ίσως και ταυτόχρονα, θα απαιτηθεί η εθνικοποίηση και άλλων στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων σε ρυθμό ανάλογο με την όξυνση της αντιπαράθεσης με το ξένο και εγχώριο μεγάλο κεφάλαιο. Η μέθοδος και ο ρυθμός εθνικοποίησης διαφέρουν σε κάθε ιστορική εμπειρία. Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι αντικειμενικές συνθήκες της οικονομίας και της παραγωγικής δομής της χώρας αλλά και οι υποκειμενικές συνθήκες, ο συσχετισμός των δυνάμεων τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς.

Οι εθνικοποιήσεις θα δώσουν τη δυνατότητα: 1. να αντιμετωπιστούν τα άμεσα οξυμένα οικονομικά προβλήματα, 2. να ελεχθούν οι επιπτώσεις από την αλλαγή των διεθνών οικονομικών σχέσεων της χώρας, δηλαδή από το σπάσιμο των σχέσεων υποταγής και εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας καθώς και να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα από την επιχείρηση οικονομικού στραγγαλισμού εκ μέρους των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, 3. να ληφθούν έκτακτα μέτρα για την προστασία και στη συνέχεια για την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, 4. να αντιμετωπιστούν φαινόμενα οικονομικού σαμποτάζ, απόκρυψης εμπορευμάτων, επενδυτικής αποχής και άλλα παρόμοια 5. να δημιουργηθεί μια πρώτη βάση για την εκβιομηχάνιση και γενικότερα για την καθοδήγηση της οικονομίας, για την επέκταση του δημόσιου τομέα με τη συγκρότηση νέων κρατικών επιχειρήσεων στους υπάρχοντες ή σε άλλους κλάδους της οικονομίας, 6. να πειστεί ευρύτερα η κοινωνία μέσα από την εμπειρία της για την οικονομική αποτελεσματικότητα του νέου δημόσιου τομέα.


Εργατικός έλεγχος


Ο τρίτος άξονας παρέμβασης είναι η εγκαθίδρυση εργατικού ελέγχου. Ο εργατικός έλεγχος διακρίνεται σε δυο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά τον εργατικό έλεγχο των ιδιωτικών επιχειρήσεων και δεύτερη αφορά τη συμμετοχή των εργαζομένων στη διοίκηση των εθνικοποιημένων επιχειρήσεων.

Ο εργατικός έλεγχος θα καταστεί απόλυτα αναγκαίος σε περίπτωση εφαρμογής ενός ριζοσπαστικού προγράμματος εξόδου από την ΕΕ. Θα δώσει τη δυνατότητα στο κράτος, μέσω των εργαζομένων, να αποκτήσει αμεσότερη εικόνα αλλά και δυνατότητα παρέμβασης στην οικονομία. Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για την αντιμετώπιση των τρεχόντων προβλημάτων και των κρισιακών καταστάσεων. Οι εργαζόμενοι κάθε επιχείρησης είναι σε θέση να αναγνωρίζουν καλύτερα από την κυβέρνηση τις δυνατότητες και τα προβλήματα της κάθε επιχείρησης και του κάθε κλάδου.


Εναλλακτικές διεθνείς συνεργασίες


Η διακοπή των σχέσεων εκμετάλλευσης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα επιβάλλει μια διαφορετική διαχείριση των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Στη θέση των ανισότιμων, εκμεταλλευτικών σχέσεων το κράτος καλείται με βάση συγκεκριμένο σχέδιο να οικοδομήσει νέες οικονομικές σχέσεις θεμελιωμένες στην ισοτιμία (όσο αυτό είναι εφικτό στο πλαίσιο του καπιταλιστικού διεθνούς καταμερισμού εργασίας) και στον αμοιβαίο σεβασμό της κυριαρχίας.

Η αποδέσμευση της Ελλάδας από την ΕΕ λογικά δεν θα είναι αποτέλεσμα βελούδινου διαζυγίου. Μια πραγματικά ριζοσπαστική ελληνική κυβέρνηση θα επιδιώξει βέβαια τον όσο το δυνατό πιο ανώδυνο χωρισμό, χωρίς βέβαια εκπτώσεις από την ουσία, δηλαδή από την ανάκτηση της εθνικής οικονομικής κυριαρχίας. Ωστόσο, τι θα γίνει τελικά εξαρτάται κυρίως από την άλλη πλευρά, από την απάντηση των ισχυρών και βέβαια από το συσχετισμό των δυνάμεων στην Ελλάδα, στα κράτη μέλη της ΕΕ αλλά και παγκόσμια. Δεν μπορεί δηλαδή να αποκλειστεί εντελώς ότι ένας ευνοϊκός διεθνής συσχετισμός δυνάμεων ή και οι οξυμένες αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ καθώς και ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις ίσως ευνοήσουν μια λιγότερο συγκρουσιακή διέξοδο.

Ενδέχεται ακόμη, οι όποιες αναταράξεις προκληθούν από την αποδέσμευση της Ελλάδας, να έχουν μεγαλύτερες ή μικρότερες οικονομικές επιπτώσεις στις ισχυρές χώρες και συνολικά στην ΕΕ. Αυτό θα είναι ένα ισχυρό διαπραγματευτικό επιχείρημα για τη χώρα μας προκειμένου να διεκδικήσει έναν όσο το δυνατό πιο ήρεμο αποχωρισμό.

Έτσι κι αλλιώς ο ρόλος του κράτους θα είναι αποφασιστικός στη διαχείριση του ζητήματος των διεθνών οικονομικών σχέσεων της χώρας. Θα χρειαστούν γρήγορες και αποφασιστικές παρεμβάσεις, ακόμη και οργανωτικές αλλαγές στον κρατικό μηχανισμό για να εξυπηρετηθεί ο στόχος της δημιουργίας εναλλακτικών οικονομικών σχέσεων. Θα απαιτηθεί οπωσδήποτε ο ισχυρός κρατικός έλεγχος επί του εξωτερικού εμπορίου της χώρας προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή ροή σε καύσιμα, μηχανολογικό εξοπλισμό, πρώτες ύλες και άλλα αναγκαία προϊόντα για την οικονομία και τη λαϊκή κατανάλωση.

Κομβικής επίσης σημασίας είναι η διαχείριση από το κράτος του προβλήματος του εξωτερικού χρέους. Η διεκδίκηση διαγραφής του είναι όχι μόνο απολύτως αναγκαία για την Ελλάδα αλλά και ένα πολύ ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο σε συνθήκες όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Στο βαθμό που οι οικονομικές σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ διαταραχθούν, θα υπάρξει ανάγκη για τη δημιουργία ενός πλέγματος οικονομικών σχέσεων με άλλες χώρες τόσο για να διασφαλιστούν οι απαραίτητες εισαγωγές όσο και για τις εξαγωγές της χώρας μας. Ακόμη και για τον τουρισμό, η τυχόν υπονόμευσή του από τις χώρες της ΕΕ και τις ΗΠΑ μπορεί άμεσα να αντιμετωπιστεί με τη στροφή προς την προσέλκυση τουριστών από άλλες χώρες αλλά και με την τόνωση του εσωτερικού τουρισμού που θα προκύψει από την άνοδο του βιοτικού επιπέδου του λαού. Η βήμα προς βήμα οικοδόμηση αυτού του νέου πλέγματος οικονομικών σχέσεων θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο μεθοδικής μελέτης και υλοποίησης από το κράτος. Και μάλιστα, αυτό θα πρέπει να γίνει ανεξάρτητα από το αν θα γίνει εφικτή, σε ένα χρονικό ορίζοντα, η διατήρηση κάποιων σχετικά ομαλών σχέσεων με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.


Συνεργασίες με άλλες χώρες


Παράλληλα, όπως δείχνει η εμπειρία άλλων χωρών που προαναφέρθηκαν, θα πρέπει να αναζητηθεί η οικοδόμηση οικονομικών σχέσεων με άλλες ισχυρές, μεγάλες δυνάμεις. Η Κίνα και η Ρωσία είναι οι πιο σημαντικές από αυτές. Αν οι δυο αυτές ή και άλλες ισχυρές χώρες είναι σήμερα επιφυλακτικές για διεύρυνση των σχέσεων με την Ελλάδα, δεν θα παραμείνουν στην ίδια θέση όταν διαπιστώσουν μια ριζική στροφή και άρα ανοιχτό πεδίο οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας. Η αξιοποίηση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, με τρόπο προσεκτικό, θα τεθεί στην ημερήσια διάταξη και μπορεί να προσφέρει λύσεις σε προβλήματα, να εξουδετερώσει σε ένα βαθμό τις οικονομικές και στρατιωτικές πιέσεις που θα δεχθεί η χώρα μας.

Αναγκαία και εφικτή θα είναι η παράλληλη αναζήτηση περιφερειακών οικονομικών συνεργασιών και συμμαχιών στη νότια Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στη Μεσόγειο. Η ριζοσπαστική αλλαγή στην Ελλάδα θα επιφέρει ανακατατάξεις σε όλες τις γειτονικές χώρες. Θα επιδράσει έτσι ώστε να ενισχυθούν τα κινήματα των λαών και αυτό με τη σειρά του θα αναγκάσει και οδηγήσει κάποιες κυβερνήσεις σε πολιτικούς ελιγμούς και σε αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να διαμορφωθεί μια δυναμική περιφερειακής οικονομικής συνεργασίας σε αμοιβαία επωφελή και ισότιμη βάση. Όπως συνέβη στη Λ. Αμερική, κάποιες από τις κυρίαρχες τάξεις των χωρών των Βαλκανίων, της νότιας Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου θα διακρίνουν σε αυτή τη δυναμική οικονομικές και πολιτικές ευκαιρίες. Ακόμη και η Τουρκία θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να ενδιαφερθεί για μια τέτοια προοπτική.

Στο πλαίσιο της οικοδόμησης οικονομικών συνεργασιών μπορεί να αναζητηθεί η ποικιλόμορφη συνεργασία με το ξένο κεφάλαιο σε ισότιμη βάση. Υπάρχει πλούσια εμπειρία τόσο από την πρώην Σοβιετική Ένωση, την Κίνα αλλά και τις τελευταίες δεκαετίες από την Κούβα. Οι ξένες επιχειρήσεις έλκονται από τις δυνητικά μεγάλες αγορές, όπως ήταν η Σοβιετική Ένωση και η Κίνα αλλά ακόμη και από πολύ μικρότερες όπως η Κούβα. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός και η αναζήτηση κερδοφορίας τις οδηγούν συχνά ακόμη και σε αντιπαράθεση με τη στρατηγική των ιμπεριαλιστικών κρατών. Επιπλέον, μετά την αποδέσμευση της Ελλάδας αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ ή μεμονωμένες μεγάλες επιχειρήσεις ενδέχεται για καθαρά οικονομικούς λόγους να επιδιώξουν τη συνεργασία με τη χώρα μας. Δεν αποκλείεται ακόμη και να εισέλθουν σε έναν κάποιο ανταγωνισμό μεταξύ τους.

Όλα τα παραπάνω δεν είναι ουτοπία αλλά δυνατότητα που ξεπροβάλλει μέσα από την ολοένα και πιο βαθιά, επικίνδυνη για το μέλλον της ανθρωπότητας, οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική και πολιτική κρίση. Είναι επίσης ανάγκη αφού το κόστος της παραμονής στην ΕΕ είναι και θα γίνεται πολύ μεγαλύτερο από τις όποιες δυσκολίες της εξόδου.


Μπορεί η Ελλάδα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης; - Δημήτρης Καλτσώνης (kaltsonis.blogspot.com)