Μετά την οργάνωση του πραξικοπήματος στην Ουκρανία το 2014 με τη βοήθεια των χωρών του ΝΑΤΟ και την έναρξη του εμφυλίου πολέμου, έγινε αντιληπτό ένα παράδοξο γεγονός που θυμίζει την Ισπανία της δεκαετίας του 30 του περασμένου αιώνα. Ορισμένα κράτη και οι πολίτες τους άρχισαν να υποστηρίζουν ενεργά διάφορες εθνικιστικές ομάδες και να εντάσσονται σε νεοναζιστικές παραστρατιωτικές δομές στην Ουκρανία (όπως το τάγμα Αζόφ), ενώ άλλοι τάχθηκαν στο πλευρό των κατοίκων του Ντονμπάς και της Κριμαίας που υπερασπίστηκαν το δικαίωμα να μιλούν τη δική τους γλώσσα.
Στο εσωτερικό της Ουκρανίας, η κατάσταση γινόταν όλο και πιο ριζοσπαστική από μήνα σε μήνα. Υπό την προεδρία του Βλαντιμίρ Ζελένσκι, απαγορεύτηκε η χρήση της ρωσικής γλώσσας στα μέσα ενημέρωσης. Επιπλέον, άρχισαν σκληρές διώξεις κατά της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι εναλλακτικές πολιτικές απόψεις απαγορεύτηκαν και οι υποστηρικτές της αριστερής και κομμουνιστικής ιδεολογίας διώχθηκαν σε επίσημο επίπεδο, κάτι που έγινε στα πλαίσια της κρατικής πολιτικής της «αποκομμουνιστικοποίησης».