Η Ελληνο-Τουρκική κρίση περνά από εξαιρετικά δύσκολες συγκυρίες και επικίνδυνες πτυχές για τις δύο χώρες και τους δύο Λαούς.
Η τουρκική ελίτ βρίσκεται σχετικά αυτονομημένη από την Ευρωατλαντική ομπρέλα, εδώ και αρκετό καιρό. Υπάρχουν κοινές συμπτώσεις σε αναλύσεις αλλά εθνικές στρατηγικές που αναζητούν αναβάθμιση της Τουρκίας διεθνώς (G-22, «καινούργιο» ΟΗΕ με διεύρυνση του Σ.Α. με την Τουρκία παρούσα) ενώ θέλει να εισέλθει ως πρωταγωνιστής στην λέσχη των μεγάλων χωρών που σχεδιάζουν το σήμερα και το αύριο ενός νέου πολυπολικού κόσμου που ανατέλλει.
Η οικονομία της σε μεγάλο βαθμό παραμένει εξαρτημένη από τις δυτικές εισροές κεφαλαίου σε πολλούς τομείς. Η αμυντική της βιομηχανία έχει να επιδείξει ταχύτατους ρυθμούς ποιοτικής και ποσοτικής ανάπτυξης. Η επεκτατική πολιτική του νεοθωμανισμού, αναθεωρητική σε ουσία, έχει μετατρέψει την Τουρκία σε μια περιφερειακή δύναμη που επεμβαίνει δυναμικά είτε στρατιωτικά είτε με επιθετικές οικονομικές, θρησκευτικές πολυπολιτισμικές πολιτικές στην Συρία, Βόρειο Ιράκ, Λιβύη, Αφγανιστάν, Τουρκόφωνες χώρες και περιοχές της Ευρασίας (Αζερμπαϊτζάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, Τατζικιστάν, περιοχή Ουιγούρων Δυτικής Κίνας), Βόρεια Αφρική, διαμορφούμενη ενεργειακή αλλά και γεωστρατηγική σύγκληση με το Ισραήλ (αγωγοί). Ακόμα και χώρες της Λατ. Αμερικής έχουν διαμορφώσει ανώτατα διυπουργικά συμβούλια συνεργασίας με την Τουρκία (Βενεζουέλα, Κολομβία, ενώ σχεδιάζονται πολύπλευρες συνεργασίες και με άλλες χώρες της Νότιας Αμερικής).
Το καθεστώς Ερτντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι η Γεωγραφική, γεωπολιτική θέση της χώρας του αποτελεί έναν μεγάλο «νατοϊκό άσσο» στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην εξελισσόμενη πολύπλευρη αντιπαράθεση (γεωστρατηγική, ενεργειακή, νομισματική) με την Ανατολή .
Οι αντιθέσεις εντός της Τουρκικής ελίτ είναι εμφανείς, οι ταξικές ανισότητες διευρυνόμενες. Κοινός παρονομαστής παραμένει μια εθνικιστική στρατηγική με επιμέρους διαφορές επιπέδου τακτικισμού.
Αυτή η ανάγνωση για τον ρόλο της Τουρκίας σήμερα στον κόσμο δεν γίνεται από την Ελληνική πολιτική ελίτ. Δεν γίνεται γιατί η χώρα μας στερείται με κλασικούς μαρξιστικούς όρους ανάλυσης μια εθνική αστική τάξη. Παρασιτικοί ολιγάρχες, εφοπλιστές, μιντιάρχες, τραπεζίτες κ.λπ. παραμένουν εγκλωβισμένοι ως μια παρηκμασμένη άρχουσα τάξη σε απόλυτη εξάρτηση από το δυτικό κεφάλαιο και την ευρωατλαντική παγκόσμια ιμπεριαλιστική οπτική. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπαίνει σε μια λογική πλειστηριασμού του εδάφους, του αέρα, της θάλασσας , του συνολικού πλούτου της χώρας, βυθίζοντας την ελληνική εργατική τάξη, τους μικροεπιχειρηματίες, την νεολαία , τους μετανάστες στη χώρα μας σε εξελισσόμενη ακραία φτώχεια, θέτοντάς τους σε απόλυτη κοινωνική και πολιτική περιθωριοποίηση. Η σημερινή κυβέρνηση ακόμα προσκυνά τους Γκουαϊντό της εποχής μας… Ανοίγει ανιστόρητα μέτωπα με το Ιράν, επιμένει στις ατελέσφορες και αυτοκτονικές κυρώσεις προς την Ρωσία, ακολουθεί κατά γράμμα την Ουάσιγκτον. Ακόμα δεν αντιλαμβάνεται ότι τα χειροκροτήματα στο κογκρέσο αφορούν την ζητούμενη δουλοπρέπεια και όχι την ελπιδοφόρα περηφάνια ενός Λαού…
Η στρατηγική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ μένει άφωνη σε ζητήματα ανατροπής, λαλίστατη στις προοπτικές διαχείρισης. Οι λέξεις ΝΑΤΟ και αμερικανοκρατία, ανάμεσα σε άλλες, παραμένουν άγνωστες στο πολιτικό της λεξιλόγιο. Το «νέο ΠΑΣΟΚ» αγωνιά με ποια δύναμη εξουσίας θα συνεταιριστεί…
Η Αριστερά στην χώρα μας οφείλει να πράξει σήμερα ότι έπραξε ΕΝΩΜΕΝΗ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ και ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΗΣ, στις πιο δύσκολες ιστορικές συγκυρίες της πατρίδας μας ώστε να εμποδίσει μεγάλες κοινωνικές και εθνικές τραγωδίες. Ο Λαός δεν πρέπει να στερηθεί την ελπίδα των μεγάλων ανατροπών και των λεωφόρων της δημοκρατικής διεξόδου με όρους ταξικούς, αντί ιμπεριαλιστικούς και κοινωνικής χειραφέτησης.
Η δημοκρατική, κοινωνική, ταξική, πολιτισμική ανασυγκρότηση της χώρας μας δεν μπορεί να περιμένει.