Από τη διαχείριση του κοινωνικού κράτους του 20ού αιώνα, η σύγχρονη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία μετατράπηκε σε φορέα εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ιδιωτικοποιήσεων, καταστολής και άμεσης εμπλοκής σε ιμπεριαλιστικά σχέδια. Η πολιτική της στηρίζεται πλέον στην πλήρη ευθυγράμμιση με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τις ΗΠΑ, καλύπτοντας αυτή τη στάση με ρητορική δικαιωματισμού και δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας κάθε κριτική προς αυτήν ως “ακροδεξιά”, “φασισμό”, “Λαϊκισμό”, “Φιλορωσισμό” ή και σε όλα αυτά μαζί.
Ο όρος «σοσιαλφασισμός» (Sozialfaschismus) χρησιμοποιήθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή (Κομιντέρν) κατά τη δεκαετία του 1920 και του 1930 για να χαρακτηρίσει τη σοσιαλδημοκρατία ως μορφή «φασισμού», θεωρώντας ότι αποτελούσε εμπόδιο για την επανάσταση καθώς αυτή είχε ήδη συμμαχήσει με τη αστική τάξη και βρισκόταν απέναντι στην εργατική τάξη. Αυτή η θέση εγκαταλείφθηκε μετά την άνοδο του Χίτλερ, όταν η Σοβιετική Ένωση υιοθέτησε τη στρατηγική του Λαϊκού Μετώπου (1935).